Τετάρτη 20 Ιουνίου 2018

εγκλεισμός

είμαστε ένας οργανισμός αυτές τις μέρες
3 μυαλά 6 χέρια
κανένα μουνί
//ούτε εγώ δεν μ' ακουμπάω

πρησμένα βυζιά εναλλάξ απ'την περίοδο
κάθε μέρα μία έχει το δικαίωμα για μπρέικ ντάουν
η μία έχει όλη την ώρα σπασμούς στο στομάχι
σαν γατί που πάει να φτύσει τριχόμπαλα
την άλλη την διαπερνάει στιγμιαία το άγχος
σαν καρφίτσες στο σώμα
κι εγώ που γενικά το παίζω η ψύχραιμη
όταν με πιάνει όπως σήμερα
μπαίνω σε άρνηση
δεν μπορώ με την καμία να συγκεντρωθώ
κι απλά με πιάνει μια εσωτερική γκρίνια
που φλερτάρει με την εγκατάλειψη

μέχρι το σημείο που έχει κλιμακωθεί αρκετά πια
κι από κεί και πέρα δεν θα ησυχάσω αν δεν βάλω τα κλάματα

το έχω στο τσεπάκι μου
το βγάζω σκουπίζω διακριτικά τα χείλη μου
και σηκώνομαι απ΄το τραπέζι
να πάω στο αναπαυτήριο
το άλλο δωμάτιο από το δωμάτιο εργασίας
να πάρω 3 λεπτά να ξεσπάσω αυτό το κλάμα
που έχω αναβάλλει μέρες τώρα γιατί δεν προλαβαίνω
κι ανακουφίζομαι για λίγο
αλλά γρήγορα σκέφτομαι τον πατέρα μου να μου λέει
ότι κάνω όπως όταν έκλαιγα που δεν μπορούσα να μάθω την προπαίδεια
κι έτσι σηκώνομαι σκουπίζομαι
παίρνω το τραπεζάκι το λάπτοπ και βγαίνω στο μπαλκόνι

//στο μυαλό μου η αρθρωμένη επιθυμία για ουρανό αναβοσβήνει σε τακτά διαστήματα
//βρίσκω αφορμές για να κάνω βόλτα στο τετράγωνο
//προσφέρομαι να κατέβω για μπίρες και τσιγάρα

ούτε το διάλειμμα βοηθάει
δεν έχω τι να σκεφτώ πέρα από αυτά που έχουν να γίνουν
για να ολοκληρωθεί η αποστολή μας
//την επόμενη του τέλους θα πακετάρουμε
//και θα στείλουμε τα πράγματά μας
//καλύτερα να μην σκέφτομαι 
δεν έχω στα χέρια μου κανένα δεδομένο
και προσπαθώ να μην βγάζω συμπεράσματα
όπως μου είπες

κι έτσι το μόνο που μου μένει να κάνω
είναι ασκήσεις αδειάσματος του μυαλού
κάνω το τσιγάρο μου και χαζεύω τις τέντες
προσπαθώντας να μην σκέφτομαι τίποτα
αλλά λίγο όταν εστιάζω σ' αυτές
γεμίζω μελαγχολία και νοσταλγία
για αυτήν την τέντα
που μοιάζει να έχει αποθηκευμένη μέσα της τόση ζωή
ζωή από τον έξω κόσμο
έξω απ'τ η γιάφκα μας
που σβήνω το τσιγάρο μου και μπαίνω μέσα
//το παινεύομαι καιρό
//πως είμαι μαστόρι της απώθησης
να προσφέρω τα χέρια μου γιατί δεν μου μεινε άλλο μυαλό

μπαίνοντας ένα μπουκάλι τζιν κάνει την εμφάνισή του στο γραφείο
//το μυρίστηκαν πως είναι η μέρα μου σήμερα
ευτυχώς που είμαστε αυτορυθμιζόμενος οργανισμός









Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018

όταν δεν βολευόμαστε

δεν ξέρουμε τι είμαστε
κι όταν πρέπει να αυτοσχεδιάσουμε έξω απ'το συνηθισμένο μοτίβο μας
δεν ξέρουμε που να ανατρέξουμε

γνωρίζω για σένα την ασυμβατότητά μας
γνωρίζω όλα αυτά που δεν γίναμε
σε όλο αυτό το διάστημα που ποτέ δεν ήμασταν
απλά υπήρξαμε κάποιες φορές
στο ελάχιστο μοτίβο που μπορεί να δένει 2 ανθρώπους ερωτικά

τα σώματά μας μιλάνε πιο χαμηλόφωνα
απ'όλο τον κόσμο που χουμε κλείσει έξω απ' τα πατζούρια

ξαπλωμένοι στον καναπέ
ξεχνιόμαστε στη σιωπή μας

αφηρημένη χορεύω τα δάχτυλά μας
χωρίς να τα προσέχω που σιγομουρμουρίζουν

χαϊδεύεις την κοιλιά μου
και περνάω το κατώφλι της καύλας

το σώμα μου ξυπνάει
και μιλάει κανονικά
σαν να έφαγε πρωϊνό

αναγκάζομαι να το προσέξω
τι να το κάνω;
τι μπορώ να το κάνω;
εσύ τι θες από μένα;
εγώ τι θέλω από σένα;

στην γλώσσα έξω απ'τα πατζούρια
δεν έχω απαντήσεις

το μόνο που μου μένει
είναι να ακούσω το σώμα μου
που θέλει να τρέξει να κουρνιάσει πάνω σου
να με καταπιείς και να γίνουμε ένα
να γλιτώσω

από την αβολίλα του μυαλού μου

Τρίτη 5 Ιουνίου 2018

λίγο πριν την κοπανήσω απ'το ίδρυμα

Μας χωρίζουν 500 ώρες απ’ όλα τα άλλα πράγματα
Η εντατικότητα ξεχειλίζει στον χρόνο μας
Μας φυλακίζει σε ένα τέμπο
Στεκόμαστε σε επιτόπου τροχάδην
Τα μυαλά μας ενωμένα απ’τον ίδιο σκοπό
Τραβάνε το ένα το άλλο
Να μην γλιστρήσει σε φάλτσα


Δεν πειράζει που δεν θα ρθεις
Δεν προλαβαίνω να σε δω ούτως ή άλλως
Ψέματα

Δεν πειράζει που δεν έρχεσαι να μου φέρεις τσιγάρα
Σε αγγίζω κάτω απ’τα κάγκελα της στρατιωτικής μου κουβέρτας

Σκαλίζω στον τοίχο πάνω απ’το μαξιλάρι μου
||||| ||||| ||||| ||||| ||||| ||||| ||||| ||||| ||||| ||||| ||||
τις μαλακίες που τραβάω για σένα

όλα καλά
ει μα στε με γα λα παι δια α
ει μα στε με γα λα παι δια α
ει μα στε με γα λα παι δια α
όλοι μαζί