Παρασκευή 28 Ιουλίου 2017

η εγκαθιδρυμένη σιωπή

τελευταίες νυσταγμένες ματιές
δεν λέμε τίποτα ποτέ γιατί πάντα ξέρουμε
σ'αφήνω να συνεχίσεις τα όνειρά σου
συνεχίζω και γω την περιπλάνηση μου
μέχρι να ξαναδιασταυρωθούμε
[εγώ, εσύ, τα φαντασιακά μας, τα πραγματικά μας]
τα ποντάρουμε όλα στην τηλεπάθεια





Δευτέρα 24 Ιουλίου 2017

το βιος μου ο σταυρός μου


σχεδόν κάνω τον σταυρό μου πριν ξεκινήσω
κατεβαίνω με 50 λίτρα στην πλάτη 10 στο χέρι και 5 κιλά στο άλλο

περπατάω και σηκώνω όλο μου το βιος στην πλάτη
τα χέρια μου τσούζουν και το βλέμμα μου
είναι χαμηλωμένο να αποφύγει οπτική επαφή
άντρες κάνουν ψιτ ψιτ στο γατάκι μου
1,5 χλμ σε 20 λεπτά δεν είναι κακός χρόνος

κατεβαίνω αυτόν τον οικείο δρόμο που μαθαίνω
σαν το βλαχαδερό φορτωμένο με τα καλάθια μου
ότι λέγεται μάρνη

πάλι το εδώ μετατοπίζεται απ'το εκεί
πάλι το σπίτι μου τρεμοπαίζει ανάμεσα στα σπίτια μου

πάλι έρχομαι στη πρωταρχική μου αφήγηση του εδώ
το εκεί γίνεται η ασφάλεια απ'την οποία φεύγω

αντιμέτωπη με όλα όσα απωθούσα
προσπαθώντας να αποκλείσω το εδώ
απ'το να παρεμβάλει στο ρίζωμα μου εκεί
περπατάω γρήγορα και σκουπίζω τους φόβους μου
κάτω απ΄το χαλάκι στο πεζοδρόμιο
(αν ποτέ περάσεις από κει θα τους πατήσεις)

πήρα βαθιά ανάσα πριν ξεκινήσω κι έτσι κατεβαίνω με φόρα
100 κιλά τελικά δεν μοιάζουν πολλά
είναι που συνήθισα να κουβαλάω το σταυρό μου;







Παρασκευή 7 Ιουλίου 2017

σύντομη καλοκαιρινή ιστορία


τελειώνω με το ίδρυμα κι έρχεται η αδερφή μου τώρα σκεφτόμαστε δυνατά και ανησυχούμε 2 φορές
τώρα θλιβόμαστε και αναστενάζουμε εναλλάξ μεγαλώνουμε και μικραίνουμε εναλλάξ
λέμε τα νέα μας σαν να ναι τα νέα του ίδιου ανθρώπου
οι φίλοι μου φεύγουν ένας ένας κι εμείς τα βάζουμε κάτω ερευνούμε όλες τις επιλογές μας
και καταλήγουμε να παίρνουμε το κτελ ασπροβάλτας
παραλία παραλία με των 6 πάνε έλα
και κάπου θα βρούμε την ακρούλα μας δεν μας φοβόμαστε
γουρλώνει τα μάτια να δει τι υπάρχει εδώ στα βόρεια
ότι πιο βόρειο έχει πάει ποτέ - αυτοκόλλητο στο προσκοπικό της ιστορικό
λέει τώρα εδώ που είμαστε είναι ωραία;
περπατάμε περπατάμε διασχίζουμε μπιτσόμπαρα σαν να κάνουμε βόλτα στα fm
δίπλα στην άσφαλτο περπατάμε περπατάμε περνάμε την ταμπέλα ΑΡΧΗ
περπατάμε φτάνουμε κάπου ήσυχα με μάπα θάλασσα το γοργονόπαιδο θέλει να κολυμπήσει
[εμένα δεν με νοιάζει θέλω μόνο να αράζω στην πετσέτα]
γυρίζουμε πίσω ξαναπερνάμε την ΑΡΧΗ
βρίσκουμε ένα πλάτωμα και προσπαθούμε να βολευτούμε
και συνεχίζουμε να μιλάμε συνεχίζουμε αυτήν την κουβέντα που κρατάει 5 μέρες τώρα
την διακόπτουμε μόνο για να μετρήσουμε 57 τα δευτερόλεπτα μέχρι να κρυφτεί ο ήλιος πίσω απ'τα βουνά
έχουμε φραπέ και νεκταρίνια νερό και πόδια
δεν χρειαζόμαστε τίποτα κι ύστερα σκάει αυτός
με το πορτπαγκάζ με την τέντα το υπόστρωμα το σλιπινγκ μπαγκ και όλα
κι η αδερφή μου αλλάζει ψάθα ωπ λέει πράιβασι
και μας γυρναει πλάτη για να χαιδέψει πιθανότα την οθόνη του κινητού της
την φωτογραφία του στις συνομιλίες
και μετανιώνω λέω τι κάνω πάλι γιατί του πα να ρθει
γιατί αφήνομαι πάλι στα πράγματα να μου συμβαίνουν
μου λείπει ήδη η πενθήμερη κουβέντα μας που δεν μπορούμε να κάνουμε πια
όπως μου έλειπε τις ώρες που ήμουν στη δουλεια μέχρι να γυρίσω να την βρώ πάλι
βλέπω  τα σηκωμένα φρύδια της αδερφής μου να μου λένε
να μην μπλέκω σε καταστάσεις που με πιέζουν
και κοιτάω ευθεία την θάλασσα γιατί
βαριέμαι να τον κοιτάξω που με κοιτάζει με βλέμμα
κοιτάω κοιτάω ΚΟΙΤΑΩ
κακομαθημένο κουτάβι
λες κι εγώ πρέπει να κάνω κάτι γι'αυτό
αλλά ντιν έτσι και με αγγίξει
ανάβουν όλα τα όργανά μου
βαράνε σημειωτόν
κι αναρωτιέμαι πως γίνεται να νιώθει το σώμα έτσι
και το μυαλό αλλιώς
αλλά δεν θέλω να μπλέκω τώρα
και αποφεύγω να μπω στη θάλασσα μαζί του
γίνομαι σπαστικιά και δεν βγάζω κουβέντα
κι όταν πρέπει να μπω για να κατουρήσω
το σώμα θυμάται ότι το μυαλό ξέχασε
πως αηδιάζει με τα ζευγάρια που φιλιούνται στη θάλασσα
κι έτσι μέχρι εδώ μακροβούτι μέχρι πίσω
γυρίζω τρέχοντας στην πετσέτα
μικρό τα κουβαδάκια μας
τα μαζεύουμε και φεύγουμε
το μυαλό νίκησε πάλι
ήμασταν αυστηρές 2 φορές